Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014




 Λέξεις για μια φάλτσα Παρασκευή πρωί




Κάτι έχει αυτή η Παρασκευή, 

Ίσως είναι το μετά την «με το ζόρι κρεπάλη»,  της τσικνοπέμπτης που αναπαράγεται από συνήθεια και κανένα ουσιαστικό λόγο….

Ίσως είναι πως η πρωτη είδηση της ημέρας είναι το ότι ο σακης μπουλάς μας άφησε νωρίς νωρίς ..
Ίσως απλά …. Χρειαζόταν ένα απλό χαμόγελο να στολίσει μια μελαγχολική Παρασκευή που δεν ξέρω τι να πρωτοδιαβάσω και τι να πρωτοκάνω από τις υποχρεώσεις που δεν σωζωνται και χωρίς το ανάλογο οικονομικό αντίτιμο….

Ίσως απλά να πρέπει να παρω απόφαση να αποχαιρετίσω διάφορα πράγματα και ανθρώπους που κάποτε αγάπησα βαθιά χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο και αποδείχτηκε ότι το βάθος υπήρχε μέσα στην πηγή της δικής μου προσωπικής ανάγκης.

 Περσυ τέτοιο καιρό μ αγαπούσες , θυμάσαι…

Η Παρασκευή αυτή πάντως μοιάζει βασανιστική στην μελαγχολία της συννεφιάς και της συναισθηματικής αναπηρίας …. 

Το πώς να την ξορκίσω δεν κατέχω…. Ουτε μουσική ούτε αστεία βιντεάκια μπορούν να με κάνουν θαρρώ να διώξω αυτό το βάρος …. 

Ίσως να παω λαική να φλερτάρω με τους παραγωγούς …. Ίσως πάλι απλά να σηκωθώ και να χορέψω στην αποκριάτικη ανάμνηση των παιδικών μου χρόνων σαν συνταξιούχα μπαλαρίνα …

Και μετά αναρωτιέται κανείς , γιατί κάποιος να θέλει να διαβάσει αυτές τις ανοησίες που γράφεις ; για να πάρεις κι άλλους ανθρώπους μαζί σου στην μελαγχολία;;

Αυτό το κείμενο λέω να σβηστεί…. 

Αυτό το κείμενο χρειάζεται κάποιος να το αγαπήσει …

 μα πρώτα να το καταλάβει…. 

Ή να αποδεχτεί ο συγγραφέας τη μιζέρια του, που δεν αφορά κανέναν άλλο παρά τον ίδιο …. 


Οι λέξεις είναι το δικό μου μάτριξ , που έχασε τον τόνο και αναστενάζει σαν φάλτσος τραγουδιστής..

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

Το Φανάρι




Πού να `βρω τέσσερα σπαθιά
και μια λαμπάδα στη γροθιά
φωτιά να βάλω σήμερα
και να τον κάψω σίγουρα
τον κόσμο αυτό που αγάπησα
και μ’ άφησε και σάπισα


Σταματημένος στο φανάρι με το τζάμι του παρ μπριζ να λερώνεται από τις ψιχάλες της αδύναμης ακόμη βροχής. 

Το ραδιόφωνο βάζει το «στης Πίκρας τα Ξερόνησα» και το βάζω δυνατά να με γεμίσει , να ξεσπάσω το παράπονο που δεν έχω τι να το κάνω πια..

Μια ανθρώπινη φιγούρα είναι σκυμμένη στο παράθυρο του μπροστινού αυτοκινήτου ζητώντας κανα ψιλο … 

Δεν είναι συνηθισμένος , δεν μοιάζει με τις φιγούρες τις καταρρακωμένες από την πρέζα που κι αυτή έχει σαπίσει τόσους γύρω μου. Μοιάζει λυγισμένος, καμπουριασμένος από κάτι άλλο. Δεν φαίνεται να έχει πεινάσει πολύ. Όχι ακόμη τουλάχιστον ….. Για άλλον κόσμο ζητιανεύει αυτή η φιγούρα … για τα παιδιά που περιμένουν να φάνε κάθε μεσημέρι άραγε;

Έρχεται προς τα μένα , το μπροστά αυτοκίνητο δεν φάνηκε να του δίνει τίποτα. Ήρθε η σειρά του δικού μου αυτοκινήτου. 

Πλησιάζει  προς τα μένα. Στο χέρι του κρατάει καμιά δεκαριά στυλό μπικ και ετοιμάζεται να σκύψει στο παράθυρο μου, μα η κίνηση του παγώνει. Τα στυλό στο χέρι του αμήχανα δείχνουν προς τα μένα σαν δάχτυλα παράλογα πολλαπλασιασμένα σε μια κίνηση επίδειξης κωμικοτραγικής αναπηρίας…. Το ραδιόφωνο επιμένει :

Πού να `βρω τέσσερα κεριά
και στην ψυχή μου σιγουριά
φωτιά να βάλω γρήγορα
και να τον κάψω σήμερα
τον κόσμο αυτό που αγάπησα
και μ’ άφησε και σάπισα

Περιμένω να προσπαθήσει να μου πουλήσει τα στυλό , μα στέκει  παγωμένος στην υγρασία του ψιλόβροχου με το στόμα έτοιμο να μιλήσει, μα δεν το κάνει .
Πάω να χαμηλώσω το ραδιόφωνο από σεβασμό και μόνο στην τονισμένη υπερβολή της στιγμής από το τραγούδι… μα πάγωσα στο βλέμμα του.
«…. Και μ’ άφησε και σάπισα ….. και σάπισα ….» παραπονιέται η φωνή του τραγουδιστή στο φινάλε του τραγουδιού…

Δεν μου πρότεινε τα στυλο , δεν μου μίλησε καν …..μόνο έγνεψε το κεφάλι του σαν να κάναμε μια συνωμοτική συμφωνία και απέμεινε να στέκεται δίπλα στο παράθυρο του αυτοκινήτου μου. 


Το φανάρι άναψε πράσινο. Το μπροστινό αυτοκίνητο ξεκίνησε .. Μου έγνεψε το κεφάλι για δεύτερη φορά σαν να μου έλεγε , «μπορεις να φύγεις τώρα» κι εγώ τον χαιρέτησα με ένα αμήχανο «γεια χαρά» και ξεκίνησα βάζοντας σε λειτουργία  τους υαλοκαθαριστήρες. . 



Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Ο Σίσυφος και η Χάνιελ



Το μεγαλύτερο πρόβλημα της μελέτης της θεωρίας του Αλμπερτ Καμύ, για το  παράλογο είναι η συνειδητοποίηση της ματαιότητας της ίδιας της ζωής. Ακόμη κι αυτή δημιουργία του συγκεκριμένου πονήματος μοιάζει να μην έχει κανένα λόγο.
Φυσικά και αυτό είναι μια υπερβολή, μολονότι υπακούει σε κάποια πραγματικότητα. 

Βρίσκεται κανείς αντιμέτωπος με μια βαθύτερη συνειδητοποίηση που μέχρι τώρα δεν ήταν δυνατόν να εκφραστεί λογικά μα βυθισμένος σε αυτήν την αλήθεια που σχεδόν δεν θέλεις να πιστέψεις την αφήνεις κάπου βαθιά να υπάρχει και κάνεις πως δεν την βλέπεις. 

Κι όμως είναι εκεί, και σε εξουσιάζει τις ώρες της μοναξιάς η ακόμη κι όταν σε ρωτούν τι σκέφτεσαι και απαντάς τίποτα μα ξέρεις πως δεν είναι αλήθεια. 

Ποια  είναι λοιπόν εκείνη η σκέψη που βασανίζει την ύπαρξη μέσω της συνειδητοποίησης του τίποτα;

Ξεκινάει κανείς να γράφει μήπως βρεθούν οι σωστές λέξεις οι ταιριαστοί συνειρμοί ώστε ο φόβος που άλλοτε μπορεί να έχει οδηγήσει κάποιον στα κάγκελα κάποιας ταράτσας η στο χείλος ενός υπαρξιακού γκρεμού, να πάρει μια λογική υπόσταση.

Εκφράζεται λογικά μπορεί αλλά η αίσθηση συλαμβάνεται με το μη λογικό και το συναίσθημα. Η θα έπρεπε καλύτερα να πω την έλλειψη συναισθήματος;

Ριγμένος σε μια ρουτίνα, που μέσα από τη σιγουριά της μπορει κανείς να επιβιώσει, κρατώντας πολύ δυνατά στο βάθος του μυαλού την ελπίδα μιας επαγγελματικής επιτυχίας, ενός παραμυθένιου έρωτα, μιας φιλοδοξίας που ανήκει στα πρότυπα των κινηματογραφικών ταινιών η των ρομαντικών μυθιστορημάτων, έρχεται εκείνη η στιγμή που τίποτα δεν είναι αρκετό ώστε να καλύψει εκείνο το κενό που δημιουργείται στην συνείδηση της ματαιότητας κάθε ελπίδας. Στην συνείδηση του φθαρτού και του προκαθορισμένα τυχαίου μέλλοντος. 

Σαν ηθοποιός που βγάζει τα φτιασίδια και τα ρούχα του μεγάλου τραγικού ρόλου και πρέπει να επιστρέψει στο κρύο βρώμικο καμαρίνι του , βαδίζοντας με τα δάκρυα ακόμη στα μάτια στον κρύο παγωμένο διάδρομο με τις κατσαρίδες, ο άνθρωπος συνειδητοποιεί κάποτε εκείνο το κενό του τίποτα που δεν οδηγεί σε τίποτα. 

Μα φυσικά η αυτοκτονία δεν είναι ο δρόμος. Η επανάσταση απέναντι στο παράλογο της ύπαρξης είναι μια ιδανική λύση που δεν κατέχω πραγματικά κατά πόσο είναι εφικτή και πραγματοποιήσιμη.
 Αν και ο λυρισμός μπορεί να περισεύει σε αυτό το κείμενο, δεν είναι όμως, παρά αποτέλεσμα αυτής της αλήθειας που μέσα από το μύθο του σίσυφου εγκαινιάζει ένα καινούριο τρόπο αντίληψης, του τι συμβαίνει καθώς και μια αντίσταση στο να παρατεθούν οι ιδέες και οι αισθήσεις που γεννήθηκαν μέσα από την μελέτη αυτή με ένα στεγνό δοκιμιακό ύφος. Το κρατώ για άλλο κομμάτι του πονήματος. Προς το παρόν δεν κάνω τίποτε παραπάνω από το να εκδικούμαι τον εαυτό μου και τον καθηγητή μου που θα μηδενίσει την εργασία μου γιατί δεν ακολουθώ τους κανόνες. 

Μα σε αυτήν εδώ την άσκηση , απορρίπτω τους κανόνες. Μπορείτε κάλλιστα να μην συνεχίσετε να την διαβάζετε. Εγκαταλείπω τους κανόνες γιατί μόνον έτσι μπορώ να συνεχίσω να γράφω αυτήν την στιγμή αυτήν την ημέρα και σε αυτήν την ψυχολογική μου κατάσταση.
Εκλογές . Αυριο το πρωί θα πάνε όλοι οι σε απόγνωση έλληνες να ψηφίσουν. Με φόβο και με κρυφή ελπίδα. 

Εγώ δεν έχω ελπίδα. Όχι πια. Η συνείδηση αυτή με τρελαίνει ,χρόνια τώρα . Μου έφερνε δάκρυα στα μάτια κάποτε αλλά όχι πια. Είναι περίεργο πως μετά από κάποια χρόνια τα δάκρυα είναι πολύ δύσκολα να κυλήσουν και σίγουρα κυλάνε σε άσχετες στιγμές. 

Δεν μπορώ να βγω από το σπίτι γιατί είμαι απένταρη, κι όταν ακούω να ανοίγει η πόρτα του διπλανού διαμερίσματος χαμηλώνω τον ήχο στον υπολογιστή γιατί φοβάμαι μηπως χτυπήσει η διαχειρίστρια την πόρτα και μου ζητήσει τα κοινόχρηστα. 

 Μπορώ να ελπίζω πως θα καταφέρω να επιβιώσω σίγουρα και μέχρι του χρόνου. Το καλοκαίρι θα είναι δύσκολο μάλλον θα χρειαστεί να καπνίζω αντί να τρώω. Το σπίτι δεν ξέρω αν μπορώ να το κρατήσω , και δεν υπάρχει κανένας αγαπημένος η εραστής που να έχει τη διάθεση να μοιραστεί την μιζέρια μιας τέτοιας κατάστασης. Χρόνια τώρα. 

Μάλλον ξεκίνησα να γράψω μια εργασία αλλά αυτό που μου προέκυψε είναι ένας υπαρξιακός εμετός. Δεν θα απολογηθώ. Δεν θέλω. Δεν έχει κανένα νόημα. 

Επαναστατώ απέναντι σε ότι μπορώ. Δεν καταλαβάινω τίποτε γύρω μου. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να ζητάω συγνώμη για τα πάντα , δεν καταλαβαίνω γιατι υπαρχουν άνθρωποι που πλακώνουν στο ξύλο άλλους ανθρώπους απλά γιατί μπορούν. Δεν καταλαβαίνω πως εγω εχω επιβιώσει μέχρι τώρα με τόσο πάθος και δεν έχω σαλτάρει ακόμη. 

Ενστικτο επιβίωσης? 

Σταμάτησα να βάζω και ελληνικά ερωτηματικά τώρα.

 Κάποτε μου άρεσε να γράφω αυτό ακριβώς που ένιωθα και να το φτιάχνω ιστορίες. Τώρα πια δεν έχω κανέναν να τα διαβάζει και σταμάτησα να γράφω. Κάποτε ο στηβεν κινγκ είχε πει πως πρεπει να έχουμε τον ιδανικό μας αναγνώστη. Οκ, και αμα τον χάσεις τι κάνεις σταματάς να γράφεις? Ε λοιπόν εγώ αυτό έκανα. Σταμάτησα να γράφω και αυτή τη στιγμή ξεκίνησα να ξερνάω όλο τον σίσυφο από μέσα μου που κουβαλάει ένα πελώριο βραχο , επάνω στο βουνο ξανά και ξανά μέσα στην αιωνιότητα επι ματαίω..
Μπορεί όλο αυτό να μην το στειλω τελικά για την εργασία, αλλά σίγουρα δεν θα το αφήσω άλλο μέσα μου να γίνεται καρκίνος . Κι όσο για τον ιδανικό μου αναγνώστη. 

Δεν μου καίγεται καρφάκι . 

Αυριο το πρωί πρέπει να σηκωθώ νωρίς . Δεν χρειάζεται να γίνω όμορφη γιατί δεν έχει κανένα νόημα πια. Ίσως απλά να προσπαθήσω να είμαι καθαρή. Θα πρέπει να πάρω τον ηλεκτρικό και να κατέβω στο νέο φάληρο. Χρόνια τώρα ψηφίζω εκεί αν και είναι πολύ μακρία από το σπίτι μου.
Θα πάω να δω τους γονείς μου που είναι κι αυτοί μακριά και θα γυρίσω να συνεχίσω να γράφω . Όχι αυτό αλλά την κανονική εργασία για το παράλογο και τον καμυ. 

Μέχρι τότε μπορεί να έχουν γίνει ένα σωρό πράγματα που θα ψάξω μέσα στο μυαλό μου να βρώ την αιτία που θα γίνουν. Αν βρω παρέα για καφέ θα το χρωματίσω στην λιακάδα την κυριακάτικη και θα θυμίζει εκδρομή με το σχολείο και τους κολλητούς μου. Ολοι οι φίλοι μου ψηφίζουν ένα συγκεκριμένο κομμα. Αυτοί πιστέυουν. Εγώ όχι. Δεν έχω ελπίδα. Κάποιοι άλλοι πιστεύουν στο θεο, και μοιάζουν ευτυχισμένοι. Εγώ όχι. Ισως έτσι να είναι καλύτερα.  Το καλοκαίρι θα είναι πολύ δύσκολο. Βέβαια η δυσκολία της επιβίωσης καμμιά φορά σου προσφέρει μια  ευτυχία, όταν καταφέρνεις να φας κάτι κάλο η να περάσεις καλά , που είναι ανέλπιστη. Από εκεί που δεν το περιμένεις , να σου και περνάς καλά και ικανοποιείς βασικά πράγματα που πλέον δεν είναι δεδομένα. 

Βέβαια τι γκρινιάζω; Στο δικό μου το επάγγελμα η κρίση δεν είναι τώρα. 

Χρόνια τώρα τα καλοκαίρια ξέμενα από τσιγάρα. Είμαι μαθημένη σε κάτι τέτοια , μόνο που δεν ξέρω αν παίρνει άλλο χειρότερα. Είναι και το σπίτι που θέλω να κρατήσω για να μην επιστρέψω στο πατρικό. 
Το πατρικό είναι μεγάλη πληγή. Ένα χρόνο πριν μετακομοίσω στο κέντρο είχα φτάσει στα κάγγελα της ταράτσας και έκανα ένα τάμα. Εδωσα ραντεβου με τον εαυτό μου σε ένα χρόνο από τότε. Αν δεν είχα καταφέρει να φύγω από εκεί, θα πήδαγα. 

Το σκηνικό θανάτου ήταν έτοιμο μέσα στο κεφάλι μου. Θα φορούσα το άσπρο μου φουστάνι, το έβλεπα και εικαστικά το θέμα, θα κοιτούσα κάτω τις πλάκες του πεζοδρομίου και απλά μετά θα αφηνόμουν στο κενό.
Το σώμα μου θα γινοταν κομματάκια και θα έβαφε το λευκό φουστάνι σε σημεία κόκκινο και σε σημεία ρόζ. Οι δικοί μου θα ούρλιαζαν γύρω μου και … σε αυτό το σημείο της νοσηρής αυτής φαντασίωσης σταματούσα να το σκέφτομαι. 

Μάλλον αυτός είναι και ο λόγος που τσακίστηκα να βρω τρόπο να μην μείνω άλλο στο πατρικό μου και να μην πάω στο ραντεβού με τον μελλοντικό αυτόχειρα εαυτό μου. 

Γράφωντας όλα αυτά έχω έναν κόμπο στον λαιμό. Πολύ καιρο τον νιώθω αυτόν τον κόμπο όταν είμαι αντιμέτωπη με τον παράλογο εαυτό μου , που είναι αυτός ακριβώς που είναι ο πιο αληθινός. Κάποτε , που είχα τον ιδανικό μου αναγνώστη είχε πλάκα γιατί ακιζόμουν μέσα από όλα τα νοσηρά σενάρια θανάτου με την γοτθική ατμόσφαιρα. Τώρα πια δεν μου προκαλούν ούτε κι αυτά τίποτα. Συνεπώς όλη αυτή η μανία μου προς το παράλογο δεν εκτονώνεται. Επρεπε να φτάσει η ώρα του καμύ για να φτάσω στο σημείο να γράφω 3 σελίδες τώρα απανωτά για το τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι μου. 

Οφείλω βέβαια να ομολογήσω πως είναι εντυπωσιακή  η έλλειψη συναισθήματος σε όλο αυτό. Νιώθω κάτι σαν μια πείνα να γράφω ασταμάτητα χωρίς καμμιά δεύτερη σκέψη με μοναδική πυξίδα τον συνειρμό μου , που φρόντισε το δοκίμιο του σίσυφου να μου τον καθοδηγήσει αρκετά καλα.
Όμως καμμία θλίψη δεν προκείπτει καμμία χαρά καμμιά ηδονή, καμμιά αναμονή πως κάποιος θα το διαβάσει όλο αυτό. 

Θα έχει πλάκα πάντως να το στείλω στον καθηγητή μου που προφανώς και δεν θα πει τίποτα παρά θα με κοιτάξει απλά περίεργα. Ίσως βέβαια να με φέρει και σε δύσκολη θέση λέγοντας μου κανένα σχόλιο του ποσο έχω αλλάξει. 

Εχω αλλάξει ε? ναι εγω δεν το καταλαβαίνω. Το ίδιο μάτσο χάλια νιώθω πως κουβαλάω τριγυρω και παίζω κάθε φορά το ρολάκι που προσφέρεται ανάλογα με το ποιόν θα συναντήσω και με τι διάθεση έχω σηκωθεί εκείνο το πρωινό. 

Πόσο τίποτα μα τίποτα όμως  είναι όλα αυτά. Πραγματικά επαναστατεί όλο μου το είναι για να κάτσει να γραψει το μυαλό επάνω σε αυτόν τον υπολογιστή κάτι τόσο φοβερό και ανατρεπτικό που έχει συμβεί μέσα στην ψυχή μου μέσα στους κανόνες ενός δοκιμίου. 

Όχι δεν απολαμβάνω να γράφω δοκιμιακά. Θα μου άρεσε να μου αρέσει αλλά δεν μου αρέσει. Επίσης δεν μου αρέσει που γράφω τόσο συναισθηματικά. 

Έχει μεγάλη πλακα αλλά δεν διαβάζω γυναίκες συγγραφείς γιατί δεν αντέχω αυτό το διάχυτο λυρισμό που κουβαλάνε και που τόσο καλά μπορεί ένας άντρας να διαχειριστεί λιτά και απέριττα σε αντίθεση με τα δακρύβρεχτα γυναικεία κείμενα. Φυσικά και αναφέρομαι σε λογοτεχνία. Όμως κάπως έτσι γράφω κι εγώ. Και μετα τα σκίζω. Τα σιχαίνομαι, τα μισω. Είναι όμως τόσο σωτήριο όταν τα γράφω και βγαίνουν από μέσα μου. 

Θα προτιμούσα όλα αυτά να τα έγραφα χειρόγραφα. Είναι τόσο ωραία να γράφεις σε χαρτί. Οι λέξεις πάνε μόνες τους. Ακόμη και δοκιμιακά γράφω πιο εύκολα όταν έχω ένα ωραίο τετράδιο και μια πένα. Ναι έχει πλάκα αλλά έχω θέμα με τις πένες . μου αρέσει να γραφω με πένες. Ισως κάπως έτσι ξεκίνησε και όλο το παιχνιδάκι του γραψίματος . από παιδί είχα το ψώνιο να γράφω. Ήθελα μάλιστα κάποτε να γίνω συγγραφέας. Οι μισές καθηγήτριες στο σχολείο έλεγαν πως είμαι απαράδεχτη και οι άλλες μισές πως είμαι πολλά υποσχόμενη. 

Καπως έτσι έφτασα στο να μην ξέρω τι να αποφασίσω και να θέλω να είμαι πολλά πράγματα. Δηλαδή θεατρίνα. Όχι ηθοποιός. Θεατρίνα. Αυτή που όταν ξεβάφεται στο καμαρίνι και βλέπει το πραγματικό πρόσωπο κάτω από το μακιγιάζ, τρελένεται γιατί δεν θα μπορέσει ποτέ να είναι μια ιουλιέτα η μια ηλέκτρα παρά θα είναι αυτή που φοράει τα ρούχα τους και τα συναισθήματα τους. Αύτη που όλη της τη ζωή την έζησε μέσα σε μια κατάσταση νοσηρής μη πραγματικότητας , μια ντράμα κουίν και τώρα πια το μόνο που μπορεί να παραδεχτεί με ειλικρίνεια πως νιώθει, είναι φόβος. 

Φόβος για όλα. 

Δεν πρόκειται να κάτσω να κρίνω τον φόβο μου. Αλλωστε άνθρωπος είμαι κι εγώ. Και μαλιστα ενοχικός. Πάντα είχα ανθρώπους κοντά μου εννοώ εραστες και αγαπημένους που με έκριναν. Είχα την ταση να παίζω το ρόλο του καθρέφτη και επάνω μου να βγάζουν όλη τους την μανία για κριτική. Μέχρι που κάποτε με άφησε κάποιος γιατί δεν άντεχε και καλά που είμουν σε τόσο κακή διάθεση και βουτηγμένη στη θλίψη και στην απράξία. Λογικό το βρίσκω. Αλλά είχει πλάκα γιατί είμουν έλεγε η γυναίκα της ζωή του. 

Να αυτά δεν μου αρέσουν στα γυναικέια κείμενα… κάθε τρεις και λίγο αρχίζουν να μιλάνε για εραστές που τις παράτησαν και πότε θα γίνουν μάνες κι αν είναι ήδη μάνες πότε θα βρεθεί εκείνος ο υπέροχος άντρας , ο ιδανικός..

Αηδίες. Τα πράγματα είναι απλά. Οι άνθρωποι κάνουν σχέσεις που προκύπτουν από τη φυσική ανάγκη του ανθρώπινου σώματος για αναπαραγωγή, το λεώ όσο πιο ευγενικά γίνεται, (αλλωστε δοκίμιο ξεκίνησα να γράφω) και από την άλλη ανάγκη, να καλυφθούν οι συναισθηματικές τους ανασφάλειες. 

Δεν υπάρχουν ιδανικές σχέσεις έρωτες και πράσινα άλογα παραπάνω από ότι υπάρχουν μονόκεροι και νεράιδες. Θα μου πεις τώρα , δεν υπάρχει αγάπη; Δεν παραδέχεσαι την αγάπη;

Ναι την παραδέχομαι ότι κάπου υπάρχει σε κάποιες σχέσεις , αναμεσα σε γονιό και παιδί ίσως και σε φίλους πολλές φορές αν και ακόμη και σε αυτές είναι τόσο πολύπλοκα τα πράγματα που κάθε φορά έχεις να ανακαλύψεις για άλλη μια φορά πόσο προσωρινές είναι και αυτές και πως αργά η γρήγορα θα έχεις απομείνει μόνος σου. Αλλωστε ο κύρ χάρος κάπου καραδωκεί και για σενα και για τους αγαπημένους σου, οπότε πιο το όφελος των συναισθημάτων; 

Τώρα στη σκηνή βγαίνουν τα βιολιά , αναφέρομαι φυσικά στο σάουντρακ όλου αυτού του υπέροχου πονήματος , γιατι και φυσικά χρειάζεται μια ενορχήστροση όλης αυτής της τρελής εξομολόγησης, και βγαίνει ο απομηχανής θεός. 

- Μα τι λες , η αγάπη μπορεί να σε σώσει, από την αβάσταχτη αυτή βαρύτητα της ματαιότητας  σου.
- Χα, όποιος και να είσαι καλέ μου κυριούλη που πας να παρεμβάλεις τις θεολογικές σου αντιλήψεις επάνω στην υπέροχη μιζέρια της νοητικής μου απόριψης , δεν στα είπανε καλά .
Δεν με κοροιδεύεις πια με τα αποτυχημένα τηλεοπτικά σου σποτάκια. Δεν πα να έχεις πάρει τον φελίνι τον ίδιο, να σου τα σκηνοθετήσει. Εγώ δεν την ξαναπατάω.
Ότι και να κάνω ξέρω πως εκείνη τη στιγμή πριν να ανοίξω τα μάτια μου το πρωί, θα έχω επίγνωση της μοναδικότητας μου και της μοναχικότητας μου.
Θα ξέρω πως κανείς δεν μπορεί να με κοροϊδέψει με προεκλογικές καμπάνιες ρομαντικοθεολογικών παρατάξεων, παρά μονάχα αν τον κοροϊδέψω κι εγώ εξίσου καλά φορώντας το καλύτερο μου προσωπείο και το καλό μου φουστανάκι. 

Πόσο παράλογο μπορεί να είναι όλο αυτό άραγε. Δεν ξέρω. Πάντως να ξεφύγω , μάλλον δεν ξεφεύγω. Νομίζω πως το χω, και εκείνο το ραντεβού στην ταράτσα δεν πρόκειται να πάω να το κάνω.
Αλλωστε στα 5 περίπου πήδηξα καβάλα σε μια σκούπα , από μια πολύ ψηλή πλατφόρμα, γιατί πίστευα με όλο μου το είναι πως θα πετάξω…. Και έσπασα τα μούτρα μου φυσικά. Ναι, δεν πέταξα. Όπότε …. Μάλλον δεν πετάμε δεν αγαπάμε δεν ερωτευόμαστε στα αλήθεια… ρόλους φοράμε… απλα εγώ το παραδέχομαι. 

Τι θράσος…


Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Επιστροφή

.

Κάποτε φεύγεις, κάποτε επιστρέφεις.

Μετά από πολύ καιρό, νιώθω σαν να μην είμαι εγώ μα μια άλλη, επιστρέφω εδώ να μυρίσω την σκοτεινή ανάσα του παρελθόντος. Ζεστά οδυνηρή με μια αβάσταχτη νοσηρή υγρασία, μου υπενθυμίζει πως υπήρχα, πως υπάρχω … διαφορετική, μα ολόιδια….

Δεν έχω μια ιστορία να διηγηθώ… γιατί είναι μπερδεμένες κουβάρι μέσα μου, ανακατωμένες με θεατρικά πρόσωπα, ρόλους που υπάρχουν μόνο σε όνειρα, κυρίως εφιάλτες.

Τώρα μπορώ να τους κοιτάξω έναν έναν και να τους διαλέξω , να τους απομυθοποιήσω να τους μισήσω και να μην τους ερωτευτώ πια…

Λέω , δεν ξέρω…. Ποτέ δεν ήξερα…

Είμαι εδώ όμως…